Όλοι έχουμε ακούσει κατά καιρούς για το περίφημο “Σύνδρομο της Στοκχόλμης”.
Τι ακριβώς είναι αυτή η κατάσταση, πότε και πως εμφανίζεται; Γιατί το θύμα φτάνει σε σημείο να ενδιαφέρεται ή και να αγαπάει τον θύτη του, ενώ θα έπρεπε κανονικά να τον μισεί;
Γνωστό σύνδρομο, κυρίως λόγω των δημοφιλών αστυνομικών υποθέσεων που έχουν στηριχτεί πάνω του και έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τη διαταραχή μετατραυματικού στρες.
Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι πρόκειται για μια ψυχολογική διαταραχή, με την έννοια ότι πρόκειται για μια φυσιολογική αντίδραση σε μία αφύσικη κατάσταση.
Το σύνδρομο της Στοκχόλμης είναι πιο σύνθετη και δύσκολα κατανοητή συναισθηματική κατάσταση κατά την οποία το θύμα αρχίζει να τρέφει θετικά συναισθήματα (έρωτα ή και αγάπης) για τον άνθρωπο που τον κακομεταχειρίζεται, το βιαστή ή τον απαγωγέα του.
Στην ουσία πρόκειται για ένα είδος αμυντικού μηχανισμού κατά τον οποίο το θύμα προσκολλάται συναισθηματικά στον πλησιέστερο ισχυρό ενήλικα και επιλέγει παρά τον πόνο και το φόβο που του προκαλεί να παραμείνει πιστό σε αυτόν.
Η ιστορία
Το 1973, η αστυνομία στη Στοκχόλμη της Σουηδίας έκανε έφοδο σε μία τράπεζα όπου 4 άτομα για 6 ημέρες κρατούνταν όμηροι από ένοπλους ληστές και δέχτηκε επίθεση από τους ομήρους. μόλις ελευθερώθηκαν οι όμηροι, δύο από αυτούς βοήθησαν στην πληρωμή της υπεράσπισης των κρατούντων τους. άλλες περιπτώσεις τέτοιας παράξενης σύνδεσης οδήγησαν ορισμένους ψυχίατρους στην εικασία ότι μπορεί να πρόκειται για κάποιου είδους στρεβλωμένη σχέση γονέα – παιδιού, η οποία δημιουργείται από τη δύναμη των κρατούντων στους ομήρους τους.
Όλα ξεκίνησαν το πρωί της 23ης Αυγούστου του 1973, όπου ο 26χρονος JanErik “Janne” Olsson, που βρίσκεται με άδεια έξω από τη φυλακή, εισβάλλει ένοπλος στο υποκατάστημα της τράπεζας Kreditbanken, στο Norrmalmstor, της κεντρικής Στοκχόλμης και προσπαθεί να την ληστέψει. Φοράει γυαλιά ηλίου, μια περούκα με φουντωτά μαύρα μαλλιά και στα χέρια του κρατάει ένα πολυβόλο. Έχει ακόμη μαζί του εκρηκτικά, καψούλια, ένα μαχαίρι κι ένα ραδιόφωνο. Πυροβολεί στον αέρα, φωνάζοντας στα αγγλικά: ‘Το πάρτι μόλις ξεκίνησε !”
Η τράπεζα είναι την ώρα εκείνη γεμάτη: 40 υπάλληλοι και αρκετοί πελάτες, πέφτουν τρομοκρατημένοι στο πάτωμα. Η αστυνομία ενημερώνεται από τον συναγερμό για το περιστατικό και 2 αστυνομικοί μπαίνουν μέσα. Ο Olsson δεν διστάζει να ανοίξει πυρ τραυματίζοντας τον έναν, ενώ επιβάλλει στον άλλο να πέσει στο πάτωμα και να τραγουδήσει κάτι.
Ο άτυχος φρουρός δεν έχει άλλη επιλογή, πέφτει λοιπόν κάτω και τραγουδάει το “Lonesome Cowboy” του Πρίσλεϋ, ενώ ο Olsson επιτρέπει στους έντρομους πελάτες και στους υπαλλήλους της τράπεζας να φύγουν. Κρατάει μόνον 4 υπαλλήλους σαν ομήρους και ζητάει από έναν λογιστή να τους δέσει τα χέρια και τα πόδια. Αρχικά ζητά να του φέρουν τον Clark Olofsson, φίλο και συγκρατούμενο του στο ίδιο κελί και 730.000 κορόνες. Ζητάει ακόμη δύο όπλα, αλεξίσφαιρα γιλέκα, και ένα γρήγορο αυτοκίνητο για να διαφύγουν.
Η κυβέρνηση της Σουηδίας υποχωρεί. Φέρνουν τον Olofsson και o Olsson ηρεμεί και λύνει τους ομήρους. Ξεκινάει η επικοινωνία με τους διαπραγματευτές της αστυνομίας, που αποδέχονται να τους δώσουν ένα αυτοκίνητο (μια μπλε Ford Mustang) για να αποδράσουν, αρνούνται όμως να τους επιτρέψουν να πάρουν μαζί τους ομήρους.
Οι δυο φίλοι οχυρώνονται στο κύριο υπόγειο θησαυροφυλάκιο, στο εσωτερικό της τράπεζας, όπου κρατούν τους ομήρους. Εκεί ο Olofsson, για τον οποίοι όμηροι κατέθεσαν στη δίκη ότι δεν είχε απειλητική συμπεριφορά εναντίον τους, τριγύριζε σφυρίζοντας την μελωδία της Roberta Flack, “Killing me Softly”.
Οι δύο ληστές κράτησαν για τις επόμενες 131 ώρες τέσσερις ομήρους, τρεις γυναίκες κι έναν άνδρα, γύρω από τους οποίους είχε τοποθετηθεί δυναμίτης. Κρατήθηκαν στο θησαυροφυλάκιο της τράπεζας.
Οι όμηροι, ωστόσο, παρουσίασαν μία παράξενη συμπεριφορά.
Ναι μεν, απειλήθηκαν, κακομεταχειρίστηκαν και φοβόντουσαν για τη ζωή τους για πάνω από πέντε ημέρες, στις συνεντεύξεις, όμως, που έδωσαν στα μέσα ενημέρωσης ήταν ξεκάθαρο ότι υποστήριζαν τους εγκληματίες που τους κράτησαν ομήρους και στην πραγματικότητα ότι ένιωθαν φόβο για τους αστυνομικούς που ήρθαν να τους απελευθερώσουν.
Οι όμηροι είχαν αρχίσει να αισθάνονται ότι οι δύο ληστές στην πραγματικότητα τους προστάτευαν από την αστυνομία. Περιήλθαν σε μια ιδιαίτερη ψυχολογική κατάσταση που διαμορφώνεται υπό κάποιες συνθήκες, κυρίως σε θύματα απαγωγής, αλλά και κακοποίησης, το λεγόμενο «Σύνδρομο της Στοκχόλμης».
Ο όρος «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» (Stockholm Syndrome) καθιερώθηκε από το Σουηδό ψυχίατρο και εγκληματολόγο Nils Bejerot που βοήθησε την αστυνομία κατά τη διάρκεια τής ληστείας τής τράπεζας Sveriges Kreditbank, στο Normalstong της Στοκχόλμης.
Αυτή η ταύτιση αποτελεί έναν μηχανισμό άμυνας, που βασίζεται (συνήθως ασυνείδητα) στην ιδέα ότι ο εγκληματίας δεν θα βλάψει τον αιχμάλωτο εάν αυτός είναι συνεργάσιμος και ακόμη αν τον υποστηρίζει απόλυτα. Ο αιχμάλωτος προσπαθεί να κερδίσει την εύνοια του εγκληματία με σχεδόν παιδαριώδη τρόπο.
Ο όμηρος συνήθως αντιλαμβάνεται τις προσπάθειες όσων επιδιώκουν να τον σώσουν, ως ενέργειες που πιθανώς θα τον βλάψουν αντί να επιτύχουν την απελευθέρωσή του.
Προσπάθειες διάσωσης μπορεί να μετατρέψουν μία ανεκτή κατάσταση σε θανατηφόρα. Σε τελική ανάλυση, το συναισθηματικό δέσιμο με έναν κακοποιό είναι στην πραγματικότητα μία στρατηγική επιβίωσης για τα θύματα κακοποίησης και εκφοβισμού.
Ο δράστης μπορεί να χρησιμοποιεί απειλές συμπεριλαμβανομένης της αρπαγής των παιδιών, δημόσια έκθεση, ή συνεχών παρενοχλήσεων, που το θύμα θα βιώσει πολύ απειλητικές για την ύπαρξη του.
Πολύ συχνά όταν ακούμε για περιπτώσεις ανθρώπων που πέφτουν θύματα κακοποίησης και δεν αντιδρούν, χρησιμοποιούμε τον όρο «Σύνδρομο της Στοκχόλμης».
Τα συμπτώματα του συνδρόμου χαρακτηρίζονται από:
– Θετικά συναισθήματα από το θύμα προς το άτομο που το κακοποιεί ή το ελέγχει
– αρνητικά συναισθήματα του θύματος απέναντι στην οικογένεια, τους φίλους ή τις αρχές που προσπαθούν να τους σώσουν / υποστηρίξουν ή να κερδίσουν την απελευθέρωσή τους -υποστήριξη των λόγων και της συμπεριφοράς του κακοποιού - Υποστήριξη για τους λόγους που οδηγούν το θύτη στη συγκεκριμένη συμπεριφορά
– Θετικά συναισθήματα του θύτη προς το θύμα
-συμπεριφορά υποστήριξης από το θύμα και κατά καιρούς παροχή βοήθειας στον κακοποιό -ανικανότητα εμπλοκής σε συμπεριφορές που μπορεί να βοηθήσουν στην απελευθέρωση ή την απομάκρυνσή τους.
Το «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» απαντάται επίσης σε οικογενειακές και διαπροσωπικές σχέσεις.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, όπου το άτομο δέχεται παθητικά απειλή και αναγκάζεται να υποστεί την οποιαδήποτε πράξη προκειμένου να επιβιώσει αλλά και να κερδίσει την εύνοια του «δράστη» λαμβάνοντας έτσι δείγματα αγάπης που θα το βοηθήσουν να συνεχίσει, αρνούμενο όμως πολλές φορές την βοήθεια τον γύρω του.
Το σύνδρομο αυτό εμφανίζεται και σε άλλες ομάδες ανθρώπων, όταν υπάρχει σχέση θύτη-θύματος, εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου, όπως:
• Κακοποίηση γυναικών
• Κακοποίηση παιδιών
• Θύματα αιμομιξίας
• Φυλακισμένοι πολέμου
• Μέλη σεκτών
• Σχέσεις που βασίζονται στην άσκηση εξουσίας και το φόβο
• Σχέσεις εξουσίας και το φόβου
• Aτομα που βρίσκονται σε μια σχέση εξουσίας και φόβου συχνά δημιουργούν συναισθηματικούς δεσμούς με το άτομο που τα κακοποιεί (συναισθηματικά, σωματική, ή πνευματικά).
Γιατί το θύμα αγαπά το βασανιστή του;
Το συναισθηματικό δέσιμο με τον θύτη αποτελεί στην ουσία μια στρατηγική επιβίωσης για τον άνθρωπο που έγινε θύμα κακοποίησης και φόβου. Το «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» αποτελεί κοινή γνώση και συχνά χρησιμοποιείται από την Αστυνομία ως τακτική που αυξάνει τις πιθανότητες επιβίωσης των ομήρων.
Η αντίδραση του ψυχολογικού δεσμού με τον θύτη μπορεί να εντοπιστεί και σε ερωτικές ή οικογενειακές σχέσεις, όπου ένα μέλος είναι το θύμα και το άλλο θύτης, ο οποίος με κάποιον τρόπο κακοποιεί το θύμα.
Από ψυχολογική άποψη, το άτομο που γίνεται θύμα και αναπτύσσει συναισθηματικό δέσιμο με τον θύτη του φέρεται, κατά κάποιον τρόπο, κι εντελώς ασυνείδητα, με τον τρόπο που θα λειτουργούσε κι ένα βρέφος, προκειμένου να επιβιώσει.
Υπάρχουν γενικές κατευθυντήριες γραμμές στο πώς να αναγνωρίσετε αν κάποιος δικός σας πάσχει από το σύνδρομο της Στοκχόλμης:
– Στο Θύμα προφανώς έχει δοθεί μια «επιλογή» – ή την αρρωστημένη «σχέση» με τον Θύτη του ή την σχέση με την οικογένεια του. Επειδή το θύμα τελικώς πιστεύει ότι η επιλογή της οικογένειας θα οδηγήσει σε αρνητικές συνέπειες, η οικογένεια έρχεται πάντα δεύτερη.
– Το θύμα μιας τέτοιας κατάστασης είναι έτοιμο να πει ότι η οικογένεια του προσπαθεί να καταστρέψει την υπέροχη “σχέση” που έχει με τον θύτη του. Θυμηθείτε: όσο περισσότερο πιέζουν ψυχολογικά το θύμα, τόσο περισσότερο θα είναι έκδηλη αυτή η αντίδραση του θύματος.
– Ο στόχος σας είναι να παραμείνετε σε επαφή με το θύμα κατά τη διάρκεια της κατάστασης που το άτομο βιώνει. Κρατήστε σύντομη επαφή και στο “παραδοσιακό” ύφος, όπως αναφορές σε διακοπές, γενέθλια και άλλα καθημερινά.
– Πολύ σημαντική είναι η στιγμή που το θύμα θα ζητήσει συμβουλές για την “σχέση” του με το θύτη. Πρέπει να ακούσετε πολύ προσεκτικά και χωρίς πανικό και άγχος και να διαβεβαιώσετε ότι είστε κοντά στους ανθρώπους αυτούς.
Γιατί λέμε ότι οι Έλληνες με την οικονομική κρίση έχουν πάθει Σύνδρομο της Στοκχόλμης;
Τα τελευταία χρόνια παρόλο που οι κυβερνώντες έχουν επιφέρει απίστευτα μέτρα στην πλάτη του λαού, έχουν κόψει μισθούς, συντάξεις, έχουν προβεί σε απωλήσεις, έχουν επιβάλει φόρους που είναι αδύνατον να πληρωθούν, δεν υπάρχει άνθρωπος που δεν χρωστάει και παραταύτα δεν ξεσηκώνεται κανείς.
Άλλες εποχές θα περίμενε κανείς ότι θα καιγόταν ο τόπος με ένα από τα παραπάνω μέτρα και τώρα παρά τον καταιγισμό των μέτρων δεν γίνεται τίποτα το ιδιαίτερο.
Η κυβέρνηση, μαζί με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, καλλιεργεί την ψυχολογία του ραγιαδισμού και καθιστά ανέφικτη τη νηφάλια, και ορθολογική σκέψη. Γι’ αυτό και οι άνθρωποι είναι μουδιασμένοι και «τρελαμένοι».
Έτσι δημιουργούνται ορισμένα ψυχοσυναισθηματικά πάθη, που δεσπόζουν στο σύνολο του ελληνικού λαού όπως η απόγνωση, η ανήμπορη οργή, ο φόβος (έλλογος και άλογος) και μια αγωνιώδης αναμονή.
Όλο αυτό το σύμπλεγμα κάνει τους ανθρώπους να υποφέρουν, αλλά συγχρόνως και να μην ξέρουν να εκφράσουν πώς να σκεφτούν και πως να αντιδράσουν ορθολογικά και αποτελεσματικά.
Αρχίζει να τους αρέσει η ομηρία σ’ αυτήν την αβέβαιη κατάσταση και η συνδρομή μιας εθελόδουλης κυβέρνησης και των ΜΜΕ οδηγεί τον ελληνικό λαό στο αίσθημα της παραδοχής και στο τέλος της απόλαυσης της κατάστασης αυτής. Κλασσική περίπτωση του Συνδρόμου της Στοκχόλμης.
Πηγή:iatrikanea.gr,stogiatro.gr
Τι ακριβώς είναι αυτή η κατάσταση, πότε και πως εμφανίζεται; Γιατί το θύμα φτάνει σε σημείο να ενδιαφέρεται ή και να αγαπάει τον θύτη του, ενώ θα έπρεπε κανονικά να τον μισεί;
Γνωστό σύνδρομο, κυρίως λόγω των δημοφιλών αστυνομικών υποθέσεων που έχουν στηριχτεί πάνω του και έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τη διαταραχή μετατραυματικού στρες.
Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι πρόκειται για μια ψυχολογική διαταραχή, με την έννοια ότι πρόκειται για μια φυσιολογική αντίδραση σε μία αφύσικη κατάσταση.
Το σύνδρομο της Στοκχόλμης είναι πιο σύνθετη και δύσκολα κατανοητή συναισθηματική κατάσταση κατά την οποία το θύμα αρχίζει να τρέφει θετικά συναισθήματα (έρωτα ή και αγάπης) για τον άνθρωπο που τον κακομεταχειρίζεται, το βιαστή ή τον απαγωγέα του.
Στην ουσία πρόκειται για ένα είδος αμυντικού μηχανισμού κατά τον οποίο το θύμα προσκολλάται συναισθηματικά στον πλησιέστερο ισχυρό ενήλικα και επιλέγει παρά τον πόνο και το φόβο που του προκαλεί να παραμείνει πιστό σε αυτόν.
Η ιστορία
Το 1973, η αστυνομία στη Στοκχόλμη της Σουηδίας έκανε έφοδο σε μία τράπεζα όπου 4 άτομα για 6 ημέρες κρατούνταν όμηροι από ένοπλους ληστές και δέχτηκε επίθεση από τους ομήρους. μόλις ελευθερώθηκαν οι όμηροι, δύο από αυτούς βοήθησαν στην πληρωμή της υπεράσπισης των κρατούντων τους. άλλες περιπτώσεις τέτοιας παράξενης σύνδεσης οδήγησαν ορισμένους ψυχίατρους στην εικασία ότι μπορεί να πρόκειται για κάποιου είδους στρεβλωμένη σχέση γονέα – παιδιού, η οποία δημιουργείται από τη δύναμη των κρατούντων στους ομήρους τους.
Όλα ξεκίνησαν το πρωί της 23ης Αυγούστου του 1973, όπου ο 26χρονος JanErik “Janne” Olsson, που βρίσκεται με άδεια έξω από τη φυλακή, εισβάλλει ένοπλος στο υποκατάστημα της τράπεζας Kreditbanken, στο Norrmalmstor, της κεντρικής Στοκχόλμης και προσπαθεί να την ληστέψει. Φοράει γυαλιά ηλίου, μια περούκα με φουντωτά μαύρα μαλλιά και στα χέρια του κρατάει ένα πολυβόλο. Έχει ακόμη μαζί του εκρηκτικά, καψούλια, ένα μαχαίρι κι ένα ραδιόφωνο. Πυροβολεί στον αέρα, φωνάζοντας στα αγγλικά: ‘Το πάρτι μόλις ξεκίνησε !”
Η τράπεζα είναι την ώρα εκείνη γεμάτη: 40 υπάλληλοι και αρκετοί πελάτες, πέφτουν τρομοκρατημένοι στο πάτωμα. Η αστυνομία ενημερώνεται από τον συναγερμό για το περιστατικό και 2 αστυνομικοί μπαίνουν μέσα. Ο Olsson δεν διστάζει να ανοίξει πυρ τραυματίζοντας τον έναν, ενώ επιβάλλει στον άλλο να πέσει στο πάτωμα και να τραγουδήσει κάτι.
Ο άτυχος φρουρός δεν έχει άλλη επιλογή, πέφτει λοιπόν κάτω και τραγουδάει το “Lonesome Cowboy” του Πρίσλεϋ, ενώ ο Olsson επιτρέπει στους έντρομους πελάτες και στους υπαλλήλους της τράπεζας να φύγουν. Κρατάει μόνον 4 υπαλλήλους σαν ομήρους και ζητάει από έναν λογιστή να τους δέσει τα χέρια και τα πόδια. Αρχικά ζητά να του φέρουν τον Clark Olofsson, φίλο και συγκρατούμενο του στο ίδιο κελί και 730.000 κορόνες. Ζητάει ακόμη δύο όπλα, αλεξίσφαιρα γιλέκα, και ένα γρήγορο αυτοκίνητο για να διαφύγουν.
Η κυβέρνηση της Σουηδίας υποχωρεί. Φέρνουν τον Olofsson και o Olsson ηρεμεί και λύνει τους ομήρους. Ξεκινάει η επικοινωνία με τους διαπραγματευτές της αστυνομίας, που αποδέχονται να τους δώσουν ένα αυτοκίνητο (μια μπλε Ford Mustang) για να αποδράσουν, αρνούνται όμως να τους επιτρέψουν να πάρουν μαζί τους ομήρους.
Οι δυο φίλοι οχυρώνονται στο κύριο υπόγειο θησαυροφυλάκιο, στο εσωτερικό της τράπεζας, όπου κρατούν τους ομήρους. Εκεί ο Olofsson, για τον οποίοι όμηροι κατέθεσαν στη δίκη ότι δεν είχε απειλητική συμπεριφορά εναντίον τους, τριγύριζε σφυρίζοντας την μελωδία της Roberta Flack, “Killing me Softly”.
Οι δύο ληστές κράτησαν για τις επόμενες 131 ώρες τέσσερις ομήρους, τρεις γυναίκες κι έναν άνδρα, γύρω από τους οποίους είχε τοποθετηθεί δυναμίτης. Κρατήθηκαν στο θησαυροφυλάκιο της τράπεζας.
Οι όμηροι, ωστόσο, παρουσίασαν μία παράξενη συμπεριφορά.
Ναι μεν, απειλήθηκαν, κακομεταχειρίστηκαν και φοβόντουσαν για τη ζωή τους για πάνω από πέντε ημέρες, στις συνεντεύξεις, όμως, που έδωσαν στα μέσα ενημέρωσης ήταν ξεκάθαρο ότι υποστήριζαν τους εγκληματίες που τους κράτησαν ομήρους και στην πραγματικότητα ότι ένιωθαν φόβο για τους αστυνομικούς που ήρθαν να τους απελευθερώσουν.
Οι όμηροι είχαν αρχίσει να αισθάνονται ότι οι δύο ληστές στην πραγματικότητα τους προστάτευαν από την αστυνομία. Περιήλθαν σε μια ιδιαίτερη ψυχολογική κατάσταση που διαμορφώνεται υπό κάποιες συνθήκες, κυρίως σε θύματα απαγωγής, αλλά και κακοποίησης, το λεγόμενο «Σύνδρομο της Στοκχόλμης».
Ο όρος «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» (Stockholm Syndrome) καθιερώθηκε από το Σουηδό ψυχίατρο και εγκληματολόγο Nils Bejerot που βοήθησε την αστυνομία κατά τη διάρκεια τής ληστείας τής τράπεζας Sveriges Kreditbank, στο Normalstong της Στοκχόλμης.
Αυτή η ταύτιση αποτελεί έναν μηχανισμό άμυνας, που βασίζεται (συνήθως ασυνείδητα) στην ιδέα ότι ο εγκληματίας δεν θα βλάψει τον αιχμάλωτο εάν αυτός είναι συνεργάσιμος και ακόμη αν τον υποστηρίζει απόλυτα. Ο αιχμάλωτος προσπαθεί να κερδίσει την εύνοια του εγκληματία με σχεδόν παιδαριώδη τρόπο.
Ο όμηρος συνήθως αντιλαμβάνεται τις προσπάθειες όσων επιδιώκουν να τον σώσουν, ως ενέργειες που πιθανώς θα τον βλάψουν αντί να επιτύχουν την απελευθέρωσή του.
Προσπάθειες διάσωσης μπορεί να μετατρέψουν μία ανεκτή κατάσταση σε θανατηφόρα. Σε τελική ανάλυση, το συναισθηματικό δέσιμο με έναν κακοποιό είναι στην πραγματικότητα μία στρατηγική επιβίωσης για τα θύματα κακοποίησης και εκφοβισμού.
Ο δράστης μπορεί να χρησιμοποιεί απειλές συμπεριλαμβανομένης της αρπαγής των παιδιών, δημόσια έκθεση, ή συνεχών παρενοχλήσεων, που το θύμα θα βιώσει πολύ απειλητικές για την ύπαρξη του.
Πολύ συχνά όταν ακούμε για περιπτώσεις ανθρώπων που πέφτουν θύματα κακοποίησης και δεν αντιδρούν, χρησιμοποιούμε τον όρο «Σύνδρομο της Στοκχόλμης».
Τα συμπτώματα του συνδρόμου χαρακτηρίζονται από:
– Θετικά συναισθήματα από το θύμα προς το άτομο που το κακοποιεί ή το ελέγχει
– αρνητικά συναισθήματα του θύματος απέναντι στην οικογένεια, τους φίλους ή τις αρχές που προσπαθούν να τους σώσουν / υποστηρίξουν ή να κερδίσουν την απελευθέρωσή τους -υποστήριξη των λόγων και της συμπεριφοράς του κακοποιού - Υποστήριξη για τους λόγους που οδηγούν το θύτη στη συγκεκριμένη συμπεριφορά
– Θετικά συναισθήματα του θύτη προς το θύμα
-συμπεριφορά υποστήριξης από το θύμα και κατά καιρούς παροχή βοήθειας στον κακοποιό -ανικανότητα εμπλοκής σε συμπεριφορές που μπορεί να βοηθήσουν στην απελευθέρωση ή την απομάκρυνσή τους.
Το «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» απαντάται επίσης σε οικογενειακές και διαπροσωπικές σχέσεις.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, όπου το άτομο δέχεται παθητικά απειλή και αναγκάζεται να υποστεί την οποιαδήποτε πράξη προκειμένου να επιβιώσει αλλά και να κερδίσει την εύνοια του «δράστη» λαμβάνοντας έτσι δείγματα αγάπης που θα το βοηθήσουν να συνεχίσει, αρνούμενο όμως πολλές φορές την βοήθεια τον γύρω του.
Το σύνδρομο αυτό εμφανίζεται και σε άλλες ομάδες ανθρώπων, όταν υπάρχει σχέση θύτη-θύματος, εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου, όπως:
• Κακοποίηση γυναικών
• Κακοποίηση παιδιών
• Θύματα αιμομιξίας
• Φυλακισμένοι πολέμου
• Μέλη σεκτών
• Σχέσεις που βασίζονται στην άσκηση εξουσίας και το φόβο
• Σχέσεις εξουσίας και το φόβου
• Aτομα που βρίσκονται σε μια σχέση εξουσίας και φόβου συχνά δημιουργούν συναισθηματικούς δεσμούς με το άτομο που τα κακοποιεί (συναισθηματικά, σωματική, ή πνευματικά).
Γιατί το θύμα αγαπά το βασανιστή του;
Το συναισθηματικό δέσιμο με τον θύτη αποτελεί στην ουσία μια στρατηγική επιβίωσης για τον άνθρωπο που έγινε θύμα κακοποίησης και φόβου. Το «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» αποτελεί κοινή γνώση και συχνά χρησιμοποιείται από την Αστυνομία ως τακτική που αυξάνει τις πιθανότητες επιβίωσης των ομήρων.
Η αντίδραση του ψυχολογικού δεσμού με τον θύτη μπορεί να εντοπιστεί και σε ερωτικές ή οικογενειακές σχέσεις, όπου ένα μέλος είναι το θύμα και το άλλο θύτης, ο οποίος με κάποιον τρόπο κακοποιεί το θύμα.
Από ψυχολογική άποψη, το άτομο που γίνεται θύμα και αναπτύσσει συναισθηματικό δέσιμο με τον θύτη του φέρεται, κατά κάποιον τρόπο, κι εντελώς ασυνείδητα, με τον τρόπο που θα λειτουργούσε κι ένα βρέφος, προκειμένου να επιβιώσει.
Υπάρχουν γενικές κατευθυντήριες γραμμές στο πώς να αναγνωρίσετε αν κάποιος δικός σας πάσχει από το σύνδρομο της Στοκχόλμης:
– Στο Θύμα προφανώς έχει δοθεί μια «επιλογή» – ή την αρρωστημένη «σχέση» με τον Θύτη του ή την σχέση με την οικογένεια του. Επειδή το θύμα τελικώς πιστεύει ότι η επιλογή της οικογένειας θα οδηγήσει σε αρνητικές συνέπειες, η οικογένεια έρχεται πάντα δεύτερη.
– Το θύμα μιας τέτοιας κατάστασης είναι έτοιμο να πει ότι η οικογένεια του προσπαθεί να καταστρέψει την υπέροχη “σχέση” που έχει με τον θύτη του. Θυμηθείτε: όσο περισσότερο πιέζουν ψυχολογικά το θύμα, τόσο περισσότερο θα είναι έκδηλη αυτή η αντίδραση του θύματος.
– Ο στόχος σας είναι να παραμείνετε σε επαφή με το θύμα κατά τη διάρκεια της κατάστασης που το άτομο βιώνει. Κρατήστε σύντομη επαφή και στο “παραδοσιακό” ύφος, όπως αναφορές σε διακοπές, γενέθλια και άλλα καθημερινά.
– Πολύ σημαντική είναι η στιγμή που το θύμα θα ζητήσει συμβουλές για την “σχέση” του με το θύτη. Πρέπει να ακούσετε πολύ προσεκτικά και χωρίς πανικό και άγχος και να διαβεβαιώσετε ότι είστε κοντά στους ανθρώπους αυτούς.
Γιατί λέμε ότι οι Έλληνες με την οικονομική κρίση έχουν πάθει Σύνδρομο της Στοκχόλμης;
Τα τελευταία χρόνια παρόλο που οι κυβερνώντες έχουν επιφέρει απίστευτα μέτρα στην πλάτη του λαού, έχουν κόψει μισθούς, συντάξεις, έχουν προβεί σε απωλήσεις, έχουν επιβάλει φόρους που είναι αδύνατον να πληρωθούν, δεν υπάρχει άνθρωπος που δεν χρωστάει και παραταύτα δεν ξεσηκώνεται κανείς.
Άλλες εποχές θα περίμενε κανείς ότι θα καιγόταν ο τόπος με ένα από τα παραπάνω μέτρα και τώρα παρά τον καταιγισμό των μέτρων δεν γίνεται τίποτα το ιδιαίτερο.
Η κυβέρνηση, μαζί με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, καλλιεργεί την ψυχολογία του ραγιαδισμού και καθιστά ανέφικτη τη νηφάλια, και ορθολογική σκέψη. Γι’ αυτό και οι άνθρωποι είναι μουδιασμένοι και «τρελαμένοι».
Έτσι δημιουργούνται ορισμένα ψυχοσυναισθηματικά πάθη, που δεσπόζουν στο σύνολο του ελληνικού λαού όπως η απόγνωση, η ανήμπορη οργή, ο φόβος (έλλογος και άλογος) και μια αγωνιώδης αναμονή.
Όλο αυτό το σύμπλεγμα κάνει τους ανθρώπους να υποφέρουν, αλλά συγχρόνως και να μην ξέρουν να εκφράσουν πώς να σκεφτούν και πως να αντιδράσουν ορθολογικά και αποτελεσματικά.
Αρχίζει να τους αρέσει η ομηρία σ’ αυτήν την αβέβαιη κατάσταση και η συνδρομή μιας εθελόδουλης κυβέρνησης και των ΜΜΕ οδηγεί τον ελληνικό λαό στο αίσθημα της παραδοχής και στο τέλος της απόλαυσης της κατάστασης αυτής. Κλασσική περίπτωση του Συνδρόμου της Στοκχόλμης.
Πηγή:iatrikanea.gr,stogiatro.gr
Το είδαμε: εδώ