Ο Γιώργος Φούντας δέχθηκε πρόταση να διαδεχθεί τον Σον Κόνερι στο ρόλο του Τζέιμς Μποντ. Αρνήθηκε να πάρει τον ρόλο του πράκτορα 007, αν και ο Φίνος τον πίεζε να δεχθεί
Από τη Μηχανή του Χρόνου:
«Στέλλα φύγε, κρατάω μαχαίρι». Αυτή είναι μια από τις πιο γνωστές ατάκες του ελληνικού κινηματογράφου. Την είπε ο Γιώργος Φούντας στην ταινία «Στέλλα», όπου συμπρωταγωνιστούσε με τη Μελίνα Μερκούρη, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Μιχάλη Κακογιάννη. Ο σκηνοθέτης είχε αναφέρει για τον Φούντα: «Όταν τους είδα μαζί, ήξερα πως θα ζωντάνευε ιδανικά τον Μίλτο, το θηρίο που της έπρεπε στην κορμοστασιά, τη λεβεντιά και το μαχαίρι». Η πρώτη εντύπωση του Κακογιάννη αποδείχτηκε σωστή, αφού ο Φούντας μετά την ερμηνεία του, ταυτίστηκε στη συνείδηση του κοινού με τον ανδρισμό και την παλικαριά.
«Στέλλα φύγε, κρατάω μαχαίρι». Αυτή είναι μια από τις πιο γνωστές ατάκες του ελληνικού κινηματογράφου. Την είπε ο Γιώργος Φούντας στην ταινία «Στέλλα», όπου συμπρωταγωνιστούσε με τη Μελίνα Μερκούρη, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Μιχάλη Κακογιάννη. Ο σκηνοθέτης είχε αναφέρει για τον Φούντα: «Όταν τους είδα μαζί, ήξερα πως θα ζωντάνευε ιδανικά τον Μίλτο, το θηρίο που της έπρεπε στην κορμοστασιά, τη λεβεντιά και το μαχαίρι». Η πρώτη εντύπωση του Κακογιάννη αποδείχτηκε σωστή, αφού ο Φούντας μετά την ερμηνεία του, ταυτίστηκε στη συνείδηση του κοινού με τον ανδρισμό και την παλικαριά.
Ο Φούντας θα γινόταν «πράκτορας 007»
Η ξενόγλωσση ταινία «Ποτέ την Κυριακή», στην οποία ο Φούντας έπαιξε το 1960, του άνοιξε το δρόμο για διεθνή καριέρα και τον έκανε γνωστό και στο εξωτερικό. Η ερμηνεία του ηθοποιού άρεσε τόσο στους ξένους παραγωγούς που, όταν ο Σον Κόνερι αποφάσισε να σταματήσει να ενσαρκώνει τον Τζέιμς Μποντ, εκείνοι πρότειναν στον Φούντα να τον αντικαταστήσει. Η πρόταση, την οποία άλλοι ηθοποιοί ονειρεύονταν, άφησε σχεδόν αδιάφορο τον Φούντα και αρχικά σκέφτηκε να την απορρίψει. Ο Φιλοποίμην Φίνος, μέσω της εταιρίας του οποίου είχε γίνει η πρόταση, τον έπεισε τελικά να δεχτεί και να κάνει τα απαραίτητα δοκιμαστικά. Στο τέλος της οντισιόν είχαν απομείνει ο Φούντας και ο Τζορτζ Λέιζενμπι. Ο Έλληνας ηθοποιός έχασε την τελευταία στιγμή τον ρόλο του πιο διάσημου κινηματογραφικού πράκτορα, επειδή δήλωσε στους παραγωγούς ότι δεν θα προλάβαινε να μάθει αγγλικά μέχρι να ξεκινήσουν τα γυρίσματα. Ήταν μια εποχή στην οποία κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει ότι ο Τζέιμς Μποντ θα άντεχε για δεκαετίες. Στη συνέχεια επικράτησε ο πρωταγωνιστής να είναι πάντα Βρετανός, όμως στις αρχές της δεκαετίας του ’60 δεν ίσχυε ακόμα αυτός ο άγραφος κανόνας.Τα παιδικά χρόνια και το τέλος του ηθοποιού
Ο Γιώργος Φούντας γεννήθηκε το 1924 στην Καστριώτισσα της Φωκίδας και μεγάλωσε σε πολυμελή οικογένεια, με πέντε αδέλφια. Το σπίτι της οικογένειας Φούντα, που ήταν γνωστή στην περιοχή με το παρατσούκλι «Καμάρα», βρισκόταν στο πιο ψηλό σημείο του χωριού. Όταν η οικογένεια μετακόμισε στην Αθήνα, ο Γιώργος βοηθούσε τον πατέρα του, Ευθύμιο, στο γαλατάδικο που διατηρούσε στην πλατεία Ψυρρή. Πολλοί κάτοικοι της Αθήνας μπορούσαν να θυμηθούν τον ηθοποιό σε νεαρή ηλικία να μοιράζει το γάλα με το ποδήλατό του. Όταν μεγάλωσε και αποφάσισε να γίνει ηθοποιός, φοίτησε στη δραματική σχολή του Ωδείου Αθηνών με δάσκαλο τον Αιμίλιο Βεάκη. Μετά την αποφοίτησή του ξεκίνησε την καριέρα του στο θέατρο, στους θιάσους Μουσούρη και της κυρίας Κατερίνας.Ο Γιώργος Φούντας τιμήθηκε δύο φορές με το βραβείο ερμηνείας του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Το 1966 για την ταινία «Με τη λάμψη στα μάτια» και το 1967 για τον «Πυρετό στην Άσφαλτο». Ο ηθοποιός έφυγε από τη ζωή στις 28 Νοεμβρίου του 2010 νικημένος από τη νόσο Αλτσχάιμερ. Στο πλάι του ήταν η δεύτερη σύζυγός του Χρυσούλα Ζώκα με την οποία είχαν αποκτήσει ένα γιο.
ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
Το είδαμε: εδώ