της Κλεοπάτρας Ζουμπουρλή, medlabnews.gr
Το 1993, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ κήρυξε την 17η Οκτωβρίου ως «Διεθνή Ημέρα για την Εξάλειψη της Φτώχειας». Ο ΟΗΕ και πολλές Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις καλούν την παγκόσμια κοινότητα σε επαγρύπνηση για την εξάλειψη της φτώχειας και αντιμετώπιση του τόσο σοβαρού κοινωνικού προβλήματος που αφορά όλους. Επειδή η φτώχεια δε γνωρίζει σύνορα και δεν είναι αποκλειστικό πρόβλημα του Τρίτου Κόσμου, ως πρωταρχικός στόχος του Οργανισμού είναι η παροχή στους ανθρώπους των μέσων για την ικανοποίηση των βασικών τους αναγκών.
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, η φτώχεια συνιστά παραβίαση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και στέρηση της δυνατότητας συμμετοχής στην κοινωνική ζωή. Η πείνα και ο υποσιτισμός, η μακροχρόνια φτώχεια και η εξαθλίωση εκατομμυρίων ανθρώπων αποτελούν προσβολή για την ανθρωπότητα και κατάφωρη παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σύμφωνα με έκθεση της UNICEF (Ιούνιος 2016) με βάση τις τρέχουσες τάσεις, 167 εκατομμύρια παιδιά θα ζουν στη φτώχεια. Στην ίδια έκθεση αναφέρεται ότι τα τελευταία χρόνια έχει γίνει παγκοσμίως, τεράστια πρόοδος για τη μείωση της φτώχειας με τα ποσοστά της φτώχειας να έχουν μειωθεί στο μισό από το 1990. Παρόλα αυτά, τεράστιες ανισότητες εξακολουθούν να υφίστανται, ιδιαίτερα για τους πιο φτωχούς και ευάλωτους αφού 836 εκατομμύρια άτομα εξακολουθούν να ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας.
Η Ελλάδα της φτώχειας
Στην Ελλάδα καταγράφεται τεράστιο ποσοστό ανεργίας με 1.500.000 επίσημα ανέργους. Παράλληλα με τους άνεργους καταμετρούνται περισσότεροι εργαζόμενοι μερικού χρόνου, κυρίως γυναίκες. Παράλληλα, η παιδική φτώχεια αποτελεί πρόβλημα για όλο και περισσότερα νοικοκυριά, λόγω ανεπαρκών εσόδων από την εργασία των γονέων και ελλιπούς υποστήριξης των νοικοκυριών με παιδιά. Το ποσοστό των παιδιών που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο φτώχειας είναι άνω του 25% στην χώρα μας
Ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι που χάνουν τις δουλειές τους, συνεπώς και το εισόδημά τους, με αποτέλεσμα σταδιακά να περιέρχονται σε συνθήκες φτώχειας. Αυτό έχει επιπτώσεις και στη διατροφή τους, καθώς δε μπορούν να αντεπεξέλθουν στο ακριβό κόστος ζωής και να παράσχουν στις οικογένειές τους όλα τα θρεπτικά τρόφιμα που έχουν ανάγκη.
Τα φαινόμενα της υλικής υστέρησης, η όξυνση των ανισοτήτων, οι άστεγοι και οι «ουρές» των συσσιτίων που γεμίζουν από «νοικοκυραίους του χθες» ξεθωριάζουν την προοπτική της κοινής προκοπής και ευημερίας.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, το χάσμα ή βάθος της σχετικής φτώχειας, το οποίο μετρά την απόσταση του ορίου της φτώχειας (για το σύνολο του πληθυσμού) από τη διάμεσο του ισοδύναμου εισοδήματος των ατόμων που βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας, ως ποσοστό του ορίου της φτώχειας, υπολογίζεται σε 29,9% στην Ελλάδα (ΕΕ-28: 24,1%).
Αυτό σημαίνει ότι 50% των φτωχών έχουν εισόδημα μικρότερο από το 70,1% της γραμμής φτώχειας, δηλαδή κάτω από 4.000 ευρώ ετησίως ανά άτομο. Επιπλέον, ο πληθυσμός που διαβιοί σε νοικοκυριά στα οποία δεν εργάζεται κανένα μέλος ή εργάζεται λιγότερο από 3 μήνες συνολικά το χρόνο ανέρχεται σε 1.010.900 άτομα ή σε 16,1% του πληθυσμού ηλικίας 18-59 ετών.
Σήμερα οι 6 στους 10 συνταξιούχους στη χώρα μας παίρνουν σύνταξη κάτω από 700 ευρώ και μάλιστα το 44.8% των συνταξιούχων παίρνουν μηναία σύνταξη κάτω από το όριο σχετικής φτώχειας των 665 ευρώ. Σε απόλυτους αριθμούς 1,2 εκατομμύρια άνθρωποι λαμβάνουν σύνταξη που δεν ξεπερνά το ποσό των 665 ευρώ και η οποία αποτελεί -σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή- το σταθερό όριο σχετικής φτώχειας .
Το 52% των λαϊκών νοικοκυριών στη χώρα μας, λόγω της υψηλής ανεργίας και της φτώχειας που προκαλούν τα μνημόνια, ζουν από τις συντάξεις των ηλικιωμένων μελών τους.
Όπως προκύπτει από τα διαθέσιμα στοιχεία, όλοι οι δείκτες του κινδύνου σχετικής φτώχειας αυξήθηκαν σημαντικά για την Ελλάδα κατά τα έτη της τρέχουσας οικονομικής κρίσης.
Ωστόσο, εξαιρετικά πιο δραματική είναι η επιδείνωση των δεικτών φτώχειας στην περίοδο της τρέχουσας κρίσης, σε απόλυτους όρους, δηλ. όταν η γραμμή της φτώχειας παραμένει διαχρονικά σταθερή σε όρους πραγματικής αγοραστικής δύναμης.
Τα μέσα για την εξάλειψη της φτώχειας στον κόσμο υπάρχουν.
Επομένως όλα τα κράτη θα πρέπει να συνεργαστούν ώστε να υιοθετήσουν δράσεις και πολιτικές που να δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μακροπρόθεσμες λύσεις στο θέμα της φτώχειας με την ευημερία των λαών να είναι σε πρώτη προτεραιότητα. Προς αυτόν τον σκοπό στοχεύει και η δημιουργία του κινήματος Παγκόσμιο Κάλεσμα για Δράση Ενάντια στη Φτώχεια (Global Call to Action against Poverty - GCAP) που συγκροτήθηκε το 2005, και αποτελείται κυρίως από διεθνείς Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ), και άλλες οργανώσεις.
Γενικότερα, εθελοντικές και Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις δραστηριοποιούνται τα τελευταία χρόνια με σκοπό να πιέσουν τις κυβερνήσεις και τους παγκόσμιους οργανισμούς να αλλάξουν τις τρέχουσες πολιτικές και να δράσουν για την εξάλειψη της φτώχειας και τη δραματική μείωση της ανισότητας. Παράλληλα προσφέρουν ανθρωπιστική βοήθεια στα θύματα της φτώχειας, προασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και καταπολεμούν τον ρατσισμό και αποκλεισμό που προκύπτει από το κοινωνικό αυτό πρόβλημα.
Το 1993, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ κήρυξε την 17η Οκτωβρίου ως «Διεθνή Ημέρα για την Εξάλειψη της Φτώχειας». Ο ΟΗΕ και πολλές Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις καλούν την παγκόσμια κοινότητα σε επαγρύπνηση για την εξάλειψη της φτώχειας και αντιμετώπιση του τόσο σοβαρού κοινωνικού προβλήματος που αφορά όλους. Επειδή η φτώχεια δε γνωρίζει σύνορα και δεν είναι αποκλειστικό πρόβλημα του Τρίτου Κόσμου, ως πρωταρχικός στόχος του Οργανισμού είναι η παροχή στους ανθρώπους των μέσων για την ικανοποίηση των βασικών τους αναγκών.
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, η φτώχεια συνιστά παραβίαση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και στέρηση της δυνατότητας συμμετοχής στην κοινωνική ζωή. Η πείνα και ο υποσιτισμός, η μακροχρόνια φτώχεια και η εξαθλίωση εκατομμυρίων ανθρώπων αποτελούν προσβολή για την ανθρωπότητα και κατάφωρη παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σύμφωνα με έκθεση της UNICEF (Ιούνιος 2016) με βάση τις τρέχουσες τάσεις, 167 εκατομμύρια παιδιά θα ζουν στη φτώχεια. Στην ίδια έκθεση αναφέρεται ότι τα τελευταία χρόνια έχει γίνει παγκοσμίως, τεράστια πρόοδος για τη μείωση της φτώχειας με τα ποσοστά της φτώχειας να έχουν μειωθεί στο μισό από το 1990. Παρόλα αυτά, τεράστιες ανισότητες εξακολουθούν να υφίστανται, ιδιαίτερα για τους πιο φτωχούς και ευάλωτους αφού 836 εκατομμύρια άτομα εξακολουθούν να ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας.
Η Ελλάδα της φτώχειας
Στην Ελλάδα καταγράφεται τεράστιο ποσοστό ανεργίας με 1.500.000 επίσημα ανέργους. Παράλληλα με τους άνεργους καταμετρούνται περισσότεροι εργαζόμενοι μερικού χρόνου, κυρίως γυναίκες. Παράλληλα, η παιδική φτώχεια αποτελεί πρόβλημα για όλο και περισσότερα νοικοκυριά, λόγω ανεπαρκών εσόδων από την εργασία των γονέων και ελλιπούς υποστήριξης των νοικοκυριών με παιδιά. Το ποσοστό των παιδιών που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο φτώχειας είναι άνω του 25% στην χώρα μας
Ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι που χάνουν τις δουλειές τους, συνεπώς και το εισόδημά τους, με αποτέλεσμα σταδιακά να περιέρχονται σε συνθήκες φτώχειας. Αυτό έχει επιπτώσεις και στη διατροφή τους, καθώς δε μπορούν να αντεπεξέλθουν στο ακριβό κόστος ζωής και να παράσχουν στις οικογένειές τους όλα τα θρεπτικά τρόφιμα που έχουν ανάγκη.
Τα φαινόμενα της υλικής υστέρησης, η όξυνση των ανισοτήτων, οι άστεγοι και οι «ουρές» των συσσιτίων που γεμίζουν από «νοικοκυραίους του χθες» ξεθωριάζουν την προοπτική της κοινής προκοπής και ευημερίας.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, το χάσμα ή βάθος της σχετικής φτώχειας, το οποίο μετρά την απόσταση του ορίου της φτώχειας (για το σύνολο του πληθυσμού) από τη διάμεσο του ισοδύναμου εισοδήματος των ατόμων που βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας, ως ποσοστό του ορίου της φτώχειας, υπολογίζεται σε 29,9% στην Ελλάδα (ΕΕ-28: 24,1%).
Αυτό σημαίνει ότι 50% των φτωχών έχουν εισόδημα μικρότερο από το 70,1% της γραμμής φτώχειας, δηλαδή κάτω από 4.000 ευρώ ετησίως ανά άτομο. Επιπλέον, ο πληθυσμός που διαβιοί σε νοικοκυριά στα οποία δεν εργάζεται κανένα μέλος ή εργάζεται λιγότερο από 3 μήνες συνολικά το χρόνο ανέρχεται σε 1.010.900 άτομα ή σε 16,1% του πληθυσμού ηλικίας 18-59 ετών.
Σήμερα οι 6 στους 10 συνταξιούχους στη χώρα μας παίρνουν σύνταξη κάτω από 700 ευρώ και μάλιστα το 44.8% των συνταξιούχων παίρνουν μηναία σύνταξη κάτω από το όριο σχετικής φτώχειας των 665 ευρώ. Σε απόλυτους αριθμούς 1,2 εκατομμύρια άνθρωποι λαμβάνουν σύνταξη που δεν ξεπερνά το ποσό των 665 ευρώ και η οποία αποτελεί -σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή- το σταθερό όριο σχετικής φτώχειας .
Το 52% των λαϊκών νοικοκυριών στη χώρα μας, λόγω της υψηλής ανεργίας και της φτώχειας που προκαλούν τα μνημόνια, ζουν από τις συντάξεις των ηλικιωμένων μελών τους.
Όπως προκύπτει από τα διαθέσιμα στοιχεία, όλοι οι δείκτες του κινδύνου σχετικής φτώχειας αυξήθηκαν σημαντικά για την Ελλάδα κατά τα έτη της τρέχουσας οικονομικής κρίσης.
Ωστόσο, εξαιρετικά πιο δραματική είναι η επιδείνωση των δεικτών φτώχειας στην περίοδο της τρέχουσας κρίσης, σε απόλυτους όρους, δηλ. όταν η γραμμή της φτώχειας παραμένει διαχρονικά σταθερή σε όρους πραγματικής αγοραστικής δύναμης.
Τα μέσα για την εξάλειψη της φτώχειας στον κόσμο υπάρχουν.
Επομένως όλα τα κράτη θα πρέπει να συνεργαστούν ώστε να υιοθετήσουν δράσεις και πολιτικές που να δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μακροπρόθεσμες λύσεις στο θέμα της φτώχειας με την ευημερία των λαών να είναι σε πρώτη προτεραιότητα. Προς αυτόν τον σκοπό στοχεύει και η δημιουργία του κινήματος Παγκόσμιο Κάλεσμα για Δράση Ενάντια στη Φτώχεια (Global Call to Action against Poverty - GCAP) που συγκροτήθηκε το 2005, και αποτελείται κυρίως από διεθνείς Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ), και άλλες οργανώσεις.
Γενικότερα, εθελοντικές και Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις δραστηριοποιούνται τα τελευταία χρόνια με σκοπό να πιέσουν τις κυβερνήσεις και τους παγκόσμιους οργανισμούς να αλλάξουν τις τρέχουσες πολιτικές και να δράσουν για την εξάλειψη της φτώχειας και τη δραματική μείωση της ανισότητας. Παράλληλα προσφέρουν ανθρωπιστική βοήθεια στα θύματα της φτώχειας, προασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και καταπολεμούν τον ρατσισμό και αποκλεισμό που προκύπτει από το κοινωνικό αυτό πρόβλημα.
Το είδαμε: εδώ