Η θεωρία επιβεβαιώνεται
Αν και σε εμάς περνάει απαρατήρητο, καθημερινά και ανά πάσα στιγμή η Γη βομβαρδίζεται από φορτισμένα σωματίδια που φθάνουν ως εδώ από το Διάστημα. Αυτό είναι γνωστό εδώ και έναν αιώνα στους επιστήμονες, οι οποίοι έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτή η «κοσμική ακτινοβολία» - ή τουλάχιστον ένα μέρος της - προέρχεται από τις εκρήξεις των υπερκαινοφανών αστέρων. Αν και γενικώς αποδεκτή, αυτή ωστόσο δεν ήταν παρά μια θεωρία. Τώρα μια ομάδα επιστημόνων κατόρθωσε για πρώτη φορά να προσφέρει την απόδειξή της.
Σωματίδια με την ταχύτητα του φωτός
Η κοσμική ακτινοβολία που φθάνει ως εμάς συνίσταται σε διάφορα είδη σωματιδίων - στη συντριπτική πλειονότητά τους πρωτόνια, αλλά και μιόνια ή ποζιτρόνια - τα οποία συχνά αναπτύσσουν ασύλληπτες για τα ανθρώπινα μέτρα ταχύτητες, σχεδόν παρόμοιες με αυτή του φωτός. Για πρώτη φορά η ακτινοβολία αυτή ανιχνεύθηκε το 1912 και η πιο ευλογοφανής εξήγηση για την ύπαρξή της ήταν για τους επιστήμονες η έκρηξη των υπερκαινοφανών αστέρων - ή σουπερνόβα - η οποία παράγει εξαιρετικά υψηλές ενέργειες.
Αν και ευλογοφανής, η ερμηνεία αυτή δεν ήταν ωστόσο εύκολο να αποδειχθεί. Τα πρωτόνια είναι φορτισμένα σωματίδια και για τον λόγο αυτόν αλληλεπιδρούν με τα μαγνητικά πεδία που συναντούν στην πορεία τους. Ως αποτέλεσμα, όταν - και αν - φθάσουν τελικά στη Γη, είναι πλέον πολύ δύσκολο να προσδιορίσει κανείς την προέλευσή τους.
Μια διεθνής ομάδα επιστημόνων αποφάσισε να διερευνήσει το ζήτημα έμμεσα, μέσω της ακτινοβολίας γ. Χρησιμοποιώντας το Large Area Telescope (LAT) του διαστημικού τηλεσκοπίου Φέρμι της NASA οι επιστήμονες προσπάθησαν να εντοπίσουν την «υπογραφή» που προκύπτει στο φάσμα της ακτινοβολίας γ από τη διάσπαση των πιονίων - υποσωματιδίων που παράγονται από τις συγκρούσεις των σωματιδίων της κοσμικής ακτινοβολίας με τα διαστρικά υλικά που περιβάλλουν τους υπερκαινοφανείς αστέρες.
«Στοχεύοντας» τους σουπερνόβα
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Στέφαν Φουνκ, αστροφυσικό του Πανεπιστημίου Στάνφορντ στην Καλιφόρνια, επικεντρώθηκαν στα υπολείμματα δυο σουπερνόβα που βρίσκονται στον γαλαξία μας. Ο ένας, ο IC443. βρίσκεται στον αστερισμό των Διδύμων και απέχει 5.000 έτη φωτός από τη Γη. Ο δεύτερος, ο W44, βρίσκεται στον αστερισμό του Αετού, σε απόσταση 10.000 ετών φωτός από εμάς.
Όπως εξήγησαν οι επιστήμονες στο περιοδικό «New Scientist», η «υπογραφή» που αναζητούσαν αφορούσε τις τιμές της ενέργειας της ακτινοβολίας. Η ακτινοβολία γ που παράγεται από τις συγκρούσεις των πρωτονίων πρέπει να «κινείται» σε ενέργειες των 150 ως 200 μεγαηλεκτρονιοβόλτ (MeV) και πλέον - αν δηλαδή υπήρχε έντονη δραστηριότητα με συγκρούσεις πρωτονίων γύρω από τα υπολείμματα των σουπερνόβα, οι ερευνητές περίμεναν να δουν εκεί ακτινοβολία γ με ενέργειες κυρίως σε αυτές τις τιμές ή και μεγαλύτερες ενώ οι χαμηλότερες τιμές θα έπρεπε να είναι σχεδόν παντελώς απούσες.
«Και αυτό ακριβώς είδαμε» υπογράμμισε ο καθηγητής Φουνκ. «Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό σημάδι, σαν αυτό που αφήνει ένα όπλο που εκπυρσοκροτεί, και το οποίο μας λέει ότι αυτό που βλέπουμε είναι ακτινοβολία γ από πρωτόνια με μεγάλη επιτάχυνση».
Πηγη
Αν και σε εμάς περνάει απαρατήρητο, καθημερινά και ανά πάσα στιγμή η Γη βομβαρδίζεται από φορτισμένα σωματίδια που φθάνουν ως εδώ από το Διάστημα. Αυτό είναι γνωστό εδώ και έναν αιώνα στους επιστήμονες, οι οποίοι έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτή η «κοσμική ακτινοβολία» - ή τουλάχιστον ένα μέρος της - προέρχεται από τις εκρήξεις των υπερκαινοφανών αστέρων. Αν και γενικώς αποδεκτή, αυτή ωστόσο δεν ήταν παρά μια θεωρία. Τώρα μια ομάδα επιστημόνων κατόρθωσε για πρώτη φορά να προσφέρει την απόδειξή της.
Σωματίδια με την ταχύτητα του φωτός
Η κοσμική ακτινοβολία που φθάνει ως εμάς συνίσταται σε διάφορα είδη σωματιδίων - στη συντριπτική πλειονότητά τους πρωτόνια, αλλά και μιόνια ή ποζιτρόνια - τα οποία συχνά αναπτύσσουν ασύλληπτες για τα ανθρώπινα μέτρα ταχύτητες, σχεδόν παρόμοιες με αυτή του φωτός. Για πρώτη φορά η ακτινοβολία αυτή ανιχνεύθηκε το 1912 και η πιο ευλογοφανής εξήγηση για την ύπαρξή της ήταν για τους επιστήμονες η έκρηξη των υπερκαινοφανών αστέρων - ή σουπερνόβα - η οποία παράγει εξαιρετικά υψηλές ενέργειες.
Αν και ευλογοφανής, η ερμηνεία αυτή δεν ήταν ωστόσο εύκολο να αποδειχθεί. Τα πρωτόνια είναι φορτισμένα σωματίδια και για τον λόγο αυτόν αλληλεπιδρούν με τα μαγνητικά πεδία που συναντούν στην πορεία τους. Ως αποτέλεσμα, όταν - και αν - φθάσουν τελικά στη Γη, είναι πλέον πολύ δύσκολο να προσδιορίσει κανείς την προέλευσή τους.
Μια διεθνής ομάδα επιστημόνων αποφάσισε να διερευνήσει το ζήτημα έμμεσα, μέσω της ακτινοβολίας γ. Χρησιμοποιώντας το Large Area Telescope (LAT) του διαστημικού τηλεσκοπίου Φέρμι της NASA οι επιστήμονες προσπάθησαν να εντοπίσουν την «υπογραφή» που προκύπτει στο φάσμα της ακτινοβολίας γ από τη διάσπαση των πιονίων - υποσωματιδίων που παράγονται από τις συγκρούσεις των σωματιδίων της κοσμικής ακτινοβολίας με τα διαστρικά υλικά που περιβάλλουν τους υπερκαινοφανείς αστέρες.
«Στοχεύοντας» τους σουπερνόβα
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Στέφαν Φουνκ, αστροφυσικό του Πανεπιστημίου Στάνφορντ στην Καλιφόρνια, επικεντρώθηκαν στα υπολείμματα δυο σουπερνόβα που βρίσκονται στον γαλαξία μας. Ο ένας, ο IC443. βρίσκεται στον αστερισμό των Διδύμων και απέχει 5.000 έτη φωτός από τη Γη. Ο δεύτερος, ο W44, βρίσκεται στον αστερισμό του Αετού, σε απόσταση 10.000 ετών φωτός από εμάς.
Όπως εξήγησαν οι επιστήμονες στο περιοδικό «New Scientist», η «υπογραφή» που αναζητούσαν αφορούσε τις τιμές της ενέργειας της ακτινοβολίας. Η ακτινοβολία γ που παράγεται από τις συγκρούσεις των πρωτονίων πρέπει να «κινείται» σε ενέργειες των 150 ως 200 μεγαηλεκτρονιοβόλτ (MeV) και πλέον - αν δηλαδή υπήρχε έντονη δραστηριότητα με συγκρούσεις πρωτονίων γύρω από τα υπολείμματα των σουπερνόβα, οι ερευνητές περίμεναν να δουν εκεί ακτινοβολία γ με ενέργειες κυρίως σε αυτές τις τιμές ή και μεγαλύτερες ενώ οι χαμηλότερες τιμές θα έπρεπε να είναι σχεδόν παντελώς απούσες.
«Και αυτό ακριβώς είδαμε» υπογράμμισε ο καθηγητής Φουνκ. «Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό σημάδι, σαν αυτό που αφήνει ένα όπλο που εκπυρσοκροτεί, και το οποίο μας λέει ότι αυτό που βλέπουμε είναι ακτινοβολία γ από πρωτόνια με μεγάλη επιτάχυνση».
Πηγη
Το είδαμε: εδώ