Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2012

Το σπίτι με το κόκκινο φωτάκι

Print Friendly and PDF Print Print Friendly and PDF PDF





Ε, αϊ σιχτίρ πια!



Η Ρίτα Σακκελαρίου ζει.



Όχι μόνο ζει, αλλά έχει και λίγους μήνες που μετακόμισε στο πάνω διαμέρισμα. Με όλο της το ασκέρι.



Η Ρίτα στη μετενσάρκωση της, ήρθε στη γη ως δημόσιος υπάλληλος.



Εργάζεται στο πρωτοδικείο.



Είναι πενηντάρα περίπου, με μια ξανθιά κουρούπα και κάτι βυζιά, να, μετά συγχωρήσεως.



Το Σάββατο το βράδυ είχαν πάρτι.



Περίμενα από στιγμή σε στιγμή να ανοίξει το ταβάνι και να σκάσουν όλοι στο σαλόνι μας.



Φοβόμουν να κάτσω στον καναπέ, θες γυρεύεις να πέσει στο κεφάλι μου κανένα ντουβάρι;



Κάποια στιγμή κατέβηκα να πετάξω τα σκουπίδια.



Ανοίγω την εξώπορτα της πολυκατοικίας και πέφτω πάνω στο σύζυγο της Ρίτας, που κουβαλούσε μια σακούλα πάγο.



Αστυνομικός διευθυντής, ομορφάντρας ομολογώ.



Πρέπει να έχει και γκόμενα.



Τον άκουσα μια μέρα στο διάδρομο, μιλούσε στο τηλέφωνο ψιθυριστά, καθώς ανέβαινε τη σκάλα.



Είπε «κι εγώ».



Η δουλειά του αυτή την εποχή, να συνοδεύει έναν πολύ γνωστό βουλευτή της παρούσας κυβέρνησης.



Βλέποντάς με, με τα σκουπίδια, ρίχνει πρόσκληση να ανέβω πιω ένα ποτό στη γιορτή τους.



Δέχτηκα αμέσως την πρόσκληση.



Προκειμένου να πέσουν στο κεφάλι μου μαζί με τα ντουβάρια, ας ήμουν κι εγώ από πάνω τουλάχιστον.



Μπαίνω στο σπίτι τους, κόσμος και ντουνιάς.



Φαγιά, ποτά, πλούσια τα ελέη. Και ο βουλευτής πρώτη μούρη.



«Αει στο διάολο!» είπα μέσα μου.



Ρίξαμε καλησπέρες και τα ρέστα, μου έκανε και χειραψία.



Η οικογένεια διαθέτει και κόρη. Δεν είχα προλάβει να την καλοδώ αυτήν.



Ήτανε δεν ήτανε είκοσι πέντε χρονών. Την έκοψα για μεγάλη τσούλα.



Είχε εκείνο το βαμμένο ξανθό μαλλί, που το έκανε κομμώτρια στα Πετράλωνα και το 'καψε.



Το μπούστο, ίδιο της μαμάς. Η δε φούστα, ένα χιλιοστό κάτω από την τρίχα της την κατσαρή.



Σήκωνε όμως την κορμοστασιά του μπαμπά. Ψηλή, αδύνατη με κάτι ποδάρες τεράστιες.



Η Ρίτα και η κόρη της πηγαίνανε κι ερχόντουσαν σαν τις μέλισσες.



Ο βουλευτής ήταν η πρώτη τους προτεραιότητα.



Κόντεψαν να τον σκάσουν από το φαί. Κι αυτός το έτρωγε, όλο.



Νηστικός είχε έρθει στο πάρτι ήθελα να ‘ξερα, ο πεινάλας;



Η μικρή, όλο και του τριβότανε. Έσκυβε στο τραπέζι του σαλονιού, να του βάλει λίγο πάγο, έναν ξηρό καρπό.



Τα βυζιά της ίσα που απείχαν πέντε πόντους από το στόμα του.



Κάποια στιγμή φαντάστηκα να τα πετάει έξω και να τον βάζει να της τα γλείφει, εκεί μπροστά στη μάνα και τον πατέρα της.



Δεν ήξερα τι δουλειά κάνει η κόρη.



Αν δεν μου το έλεγαν κι αν δεν το επιβεβαίωνε κι ο βουλευτής, δεν θα το πίστευα.



Υπάλληλος της Βουλής ήταν.



Κόντεψα να μείνω σέκος.



Νόμιζα πως είναι μαθητευόμενη κομμώτρια, στη χειρότερη θα έλεγα βιζιτού.



Από τα συμφραζόμενα κατάλαβα πως ο βουλευτής είχε κάνει το διορισμό.



Ο οποίος, έπινε κιόλας, σαν νεροφίδα.



Του γέμιζε το ποτήρι η μικρή, το πάτωνε αυτός μέχρι να πεις κίμινο.



Κάποια στιγμή, βλέπω την εξώλης υπάλληλο της βουλής και κάθεται στα πόδια του.



Ήτανε γκόμενοι άραγε; Αυτός πρέπει να βρίσκεται στην ηλικία του μπαμπά της.



Οι υπόλοιποι παρακαθήμενοι έκαναν σαν να μην τρέχει τίποτα.



Η Ρίτα φαινόταν να καμαρώνει.



Ε, πώς να μην καμαρώνει. Τέτοια καλή πουτάνα κόρη, δεν σου πετυχαίνει εύκολα.



Φούσκωνε και ξεφούσκωνε από περηφάνια, καθώς το βλασταράκι της κωλοτριβόταν στον μαλάκα.



Λογικό. Η κόρη της είχε δουλειά στο καλύτερο μπουρδέλο της πόλης.



Με τον μεγαλύτερο μισθό, χωρίς περικοπές και με τον τσαμπουκά σε ένα ολόκληρο λαό.



Σηκώθηκα να φύγω, είχε περάσει η ώρα, ανακατευόμουν και λίγο.



Χαιρέτησα το παρεάκι, έδωσα ακόμα μία χειραψία στο μισομεθυσμένο βουλευτή και ξεκουμπίστηκα.



Ο σύζυγος με συνόδεψε ευγενικά στην πόρτα.



Με σταυροφίλησε και έχωσε στο χέρι μου ένα χαρτάκι.



Κατέβηκα σπίτι και άνοιξα το χαρτάκι. Είχε γράψει το τηλέφωνό του.



Άστραψαν τα μέσα και τα έξω μου.



Ε, αϊ σιχτίρ πια!



Δεν φτάνει που μας κάνατε τη χώρα μπουρδέλο, δεν φτάνει που μας πηδήξατε, που ακόμα και τις κόρες σας κάνατε πουτάνες για ένα διορισμό, τώρα θα μας τον χώσετε και μες στο σπίτι μας;



Μου ανέβηκε το αίμα στον εγκέφαλο, τα μηνίγγια μου πήγαν να σπάσουν.



Ψάχνω να νοικιάσω αλλού απαξάπαντος.



Νοικιάζει κανείς; Σπίτι κανονικό, όχι μπουρδέλο, ε;



Αν και ξέρω πως αυτό που ζητάω είναι δύσκολο.



Δεν υπάρχει σπίτι στην Ελλάδα, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, δεν έγινε υποκατάστημα του μεγάλου αυτού μπουρδέλου του Συντάγματος.



eyedoll




Το είδαμε: εδώ

Share
Loading