Δύσκολα... με μία λίρα όμως;
Ο δημοσιογράφος Patrick Kingsley επιχειρεί να περάσει μια εβδομάδα ξοδεύοντας μόνο μια λίρα την ημέρα. Θα πιεί πολλούς-δωρεάν-καφέδες και θα φάει τσουκνίδες. Αναδημοσιεύουμε από το site της Guardian:
«Πέρασε τες από τη βρύση», λέει ο βοτανολόγος Merlin Sheldrake, κρατώντας μια χούφτα τσουκνίδες. «Έτσι θα ξεπλυθούν τυχόν ούρα αλεπούς». Βρισκόμαστε σε ένα πάρκο του βόρειου Λονδίνου, τα χαμόκλαδα μας φτάνουν ως το γόνατο και ο Sheldrake με μαθαίνει να ζω με ό, τι παράγει η γη. Χρησιμοποιώντας μια πλαστική σακούλα για να προστατεύει τα χέρια του, κόβει τις κορφές από τις τσουκνίδες. Βράσ’ τες, λέει, και θα έχουν γεύση σπανάκι.
Η πείνα με έχει οδηγήσει εδώ. Η πρόκληση του Global Poverty Project (GPP) είναι να τρώω με ένα δολάριο την ημέρα, για πέντε μέρες. Έχω ξεκινήσει εδώ και τριανταέξι ώρες και έχω πλέον συνειδητοποιήσει πως τα τρόφιμα που αγόρασα το σαββατοκύριακο δεν πρόκειται να μου φτάσουν μέχρι τη Παρασκευή. Δεν έχω άλλα χρήματα, οπότε εναλλακτικά μαζεύω άγρια χόρτα.
Όλο αυτό είναι το προοίμιο της καμπάνιας Live Below the Line campaign του GPP που ξεκινά την πρώτη εβδομάδα του Μαΐου (πρόσωπο της καμπάνιας είναι ο ηθοποιός Hugh Jackman με σκοπό να προβάλλει τις μειώσεις της αμερικανικής κυβέρνησης στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας). Το project στοχεύει στη συγκέντρωση χρημάτων αλλά και στην ευαισθητοποίηση του κόσμου για τα 1,4 δισεκατομμύρια ανθρώπων παγκοσμίως που ζουν με λιγότερο από μια λίρα την ημέρα. «Μια λίρα την ημέρα ή 1,25 δολάρια, είναι ο ορισμός της Παγκόσμιας Τράπεζας για την απόλυτη φτώχεια» λέει η Elisha London, υπεύθυνη του προγράμματος για τη Βρετανία.
Πως στο καλό θα ζήσω λοιπόν με ένα μόνο πεντάλιρο για μια βδομάδα; Η Emma Kinrade, μέλος του Βρετανικού Συλλόγου Διαιτολόγων με ειδίκευση στα άτομα με χαμηλό εισόδημα, προτείνει χαμηλά σε ζάχαρη, φτηνά δημητριακά για πρωινό και σπιτική σούπα λαχανικών για μεσημεριανό. Για βραδινό, συμβουλεύει την επιλογή χορταστικών υδατανθράκων όπως το ψωμί και οι πατάτες σε συνδυασμό με φτηνές πρωτεΐνες όπως είναι το ψάρι κονσέρβα, οι φακές και τα ψητά φασόλια. Διαφορετικά, λέει η Kinrade, μπορώ να αγοράσω ένα φτηνό κοτόπουλο. «Η μαμά μου συνήθιζε να το κάνει αυτό όταν ήμουν μικρή. Σου δίνει δύο ικανοποιητικά γεύματα, αρκετό κρέας για ένα τουλάχιστον σάντουιτς ενώ βράζοντας τα κόκκαλα μπορείς να φτιάξεις μια καλή σούπα».
Αφού όμως πέρασα από το Tesco και το Lidl, παρατηρώντας προσεκτικά τις τιμές προϊόντων με υψηλή διατροφική αξία, κατάλαβα ότι δεν μπορούσα να εφαρμόσω τις προτάσεις της. Το φτηνότερο κοτόπουλο κόστιζε 3,30 λίρες, τα δύο τρίτα του προϋπολογισμού μου, οπότε ήταν εκτός. Επίσης αν προσπαθήσεις να αγοράσεις ψάρι κονσέρβα τόσο ώστε να σου φτάσει για μια βδομάδα, δεν σου μένουν λεφτά για άλλα πράγματα. Οπότε κατέληξα να ξοδέψω 75 πένες για ένα πακέτο ψευτοδημητριακών (πρωινό), μια λίρα για μια σακούλα εποχιακών λαχανικών, 50 πένες για τέσσερις μικρές πατάτες και 48 πένες για μια κονσέρβα φακές (σούπα για δείπνο). Με τις δύο λίρες που μου είχαν μείνει θα έπρεπε να είχα αγοράσει και άλλα παρόμοια. Ένα ηλίθιο κομμάτι του εαυτού μου όμως ήθελε σάντουιτς για μεσημεριανό, οπότε χάλασα 1,15 λίρες στο φτηνότερο τυρί που μπορούσα να βρω, 55 πένες σε 10 φέτες ζαμπόν και 34 πένες σε μερικές φέτες λευκού ψωμιού. Σύνολο 4,77 λίρες. Θα φτάσουν όμως;
Το απόγευμα της Δευτέρας όλο μου το σώμα έλεγε όχι. Σε αυτή τη φάση της ημέρας, φυσιολογικά θα είχα πιεί ένα τσάι και θα είχα φάει τα ωραία μου δημητριακά για πρωινό, θα είχα πάρει ένα bagel με το που έφτανα στη δουλειά, το απόγευμα θα είχα φάει μια μπανάνα και ενδιάμεσα ένα μεγάλο, ζεστό γεύμα. Σήμερα, έχω φάει μόλις τρία μπισκότα σιταριού για πρωινό (μουσκεμένα με νερό) και δύο μικροσκοπικά, άγευστα σάντουιτς με μια σταλιά ζαμπόν και ακόμα λιγότερο τυρί. Η έλλειψη ουσιαστικού γεύματος με έχει εξαντλήσει. Μου έρχεται να λιποθυμήσω, είμαι οξύθυμος και εντελώς ανίκανος να συγκεντρωθώ.
Αργότερα, σε ακόμα χειρότερη κατάσταση, είμαι τόσο πεινασμένος που ρίχνω τα μισά μου λαχανικά στη βραδινή σούπα. Για αυτό και 12 ώρες αργότερα μαθαίνω να μαζεύω τσουκνίδες και άλλα χόρτα και χαμόκλαδα σε μια συστάδα θάμνων στο Hampstead Heath. Το απόγευμα αποφασίζω ότι ήταν τόσο καλή επιλογή όσο και το να κλέβεις απομεινάρια από τους σκουπιδοτενεκέδες των σούπερ μάρκετ. Ο Sheldrake έχει δίκιο, οι τσουκνίδες μοιάζουν σε γεύση με σπανάκι και τα υπόλοιπα χορταράκια βοηθούν τη σούπα μου.
Κάθε μέρα πηγαίνω όλο και περισσότερες φορές στις μηχανές με τον δωρεάν καφέ που υπάρχουν στη Guardian ενώ κάθε βράδυ οι συγκάτοικοί μου με βρίσκουν ακόμα πιο διαταραγμένο. Ένας καλεσμένος στο σπίτι ρωτάει αν είμαι πάντα τόσο τρελός. Δεν είναι τόσο το φαγητό που μου λείπει, είναι το ότι οι περισσότερες επιλογές έχουν ξαφνικά σταματήσει να υπάρχουν για μένα. Δεν μπορώ να έχω κοινωνικές συναναστροφές (μια δυο μπύρες θα εξάλειφαν τον προϋπολογισμό μου) και η διατροφή μου είναι καθορισμένη από τις βλακώδεις επιλογές που έκανα όταν ψώνιζα τρεις μέρες νωρίτερα. Η ιδέα και μόνο ότι οι συγκάτοικοί μου μπορούν να επιλέγουν ανάμεσα σε ζυμαρικά και ρύζι είναι βασανιστήριο. Αρχίζω να λαχταράω ακόμα και τις πιο απλές τροφές-τοστ ή ένα βραστό αυγό- και πηγαίνω να κοιμηθώ μασώντας κόκαλα κοτόπουλου από τα αποφάγια ενός συγκατοίκου.
Το πρωινό της Πέμπτης με βρίσκει με ακόμα λιγότερη ενέργεια. Είμαι υπερβολικά κουρασμένος για να πάω με το ποδήλατο στη δουλειά. Ξεκινάω να τρώω τα σάντουιτς με ζαμπόν μου στις 11 πμ. Πίνω τον πρωτοφανή αριθμό των εφτά δωρεάν καφέδων. Το απόγευμα συναντιέμαι με τον πατέρα μου. «Αδυνάτισες» μου λέει.
Μπορώ να αντέξω άλλη μια μέρα; Πηγαίνω για ύπνο νιώθοντας για έναν περίεργο λόγο αυτοπεποίθηση. Αντί να φτιάξω σούπα εκείνο το απόγευμα τρώω τη πατάτα μου ψητή μαζί με φακές και για πρώτη φορά αισθάνομαι χορτασμένος. Τη Παρασκευή το βράδυ όμως πηγαίνω σε μια παμπ με συναδέλφους. Με το που φτάνω δεν μπορώ να κρατηθώ. Σχεδόν αντανακλαστικά παραγγέλνω μια μπύρα. Και μετά μερικά φιστίκια. Και μετά ένα πακέτο πατατάκια. Χωρίς να το σκέφτομαι, έχω ξοδέψει περισσότερα από τον συνολικό προϋπολογισμό της εβδομάδας που πέρασε.