26 Απριλίου του 1986. 1:23:58. 25 χρόνια πριν μια σειρά εκρήξεων στον αντιδραστήρα του τέταρτου ενεργειακού μπλοκ στον πυρηνικό σταθμό του Τσερνομπίλ, στην τότε Σοβιετική Ένωση, προκαλεί τη μεγαλύτερη τεχνολογική καταστροφή του 20ου αιώνα.
Η είδηση “ταξίδεψε” με ταχύτητα φωτός, μέσα από τους ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς δέκτες, σε ολόκληρο τον πλανήτη, προκαλώντας πανικό- ιδιαίτερα τις πρώτες ημέρες- ατελείωτες συζητήσεις για το κατά πόσο το ατύχημα αφορά και μπορεί να επηρεάσει και τη δική μας επικράτεια και προβληματισμό για το τι μέλλει γενέσθαι.
Tότε, πολλοί ήταν αυτοί που έκαναν λόγο για μια “σοβιετική Πομπηία”- και όχι άδικα. Η φοβερή αυτή καταστροφή, στις παλαιότερες γενιές αναμόχλευσε μνήμες της τραγωδίας της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι και στις νεότερες έσπειρε τον πανικό και την αβεβαιότητα για την επόμενη ημέρα.
Όσοι βίωσαν στο πετσί τους τη συμφορά -άντρες, γυναίκες, παιδιά, επιστήμονες, μελλοθάνατοι, μητέρες που γέννησαν παραμορφωμένα παιδιά, μαθητές που δεν συναντιούνται πια στο σχολείο αλλά σε μονάδες λευχαιμικών ασθενών, γονείς που έθαψαν τα παιδιά τους, γυναίκες που είδαν τους άντρες τους να λιώνουν ζωντανοί πριν πεθάνουν, κορίτσια που κρύβουν την καταγωγή τους γιατί, αν την αποκαλύψουν, δε θα βρουν σύντροφο για τη ζωή τους- μίλησαν στη Λευκορωσίδα δημοσιογράφο και συγγραφέα, Σβετλάνα Αλεξίεβιτς, για την καταστροφή και αυτή συγκλόνισε την ανθρωπότητα με το βιβλίο της “Τσερνομπίλ: Ένα χρονικό του μέλλοντος”.
Ξεφυλλίζοντας το βιβλίο, στεκόμαστε σε ορισμένες απ’ αυτές:
“Να σας μιλήσω για την αγάπη ή για το θάνατο; Δεν ξέρω… Μήπως τελικά είναι το ίδιο; Εκείνο τον καιρό ήμασταν νιόπαντροι. Περπατούσαμε στο δρόμο χέρι-χέρι, ακόμη κι όταν πηγαίναμε για ψώνια. Τού έλεγα: ‘Σ’ αγαπώ’, χωρίς να ξέρω ακόμα πόσο πολύ… Ζούσαμε στον πρώτο όροφο του ξενώνα της πυροσβεστικής υπηρεσίας. Στον ίδιο ξενώνα έμεναν ακόμη τρία ζευγάρια με τα οποία μοιραζόμασταν την κουζίνα. Κάτω απ’ τα δωμάτιά μας στάθμευαν τα αυτοκίνητα της πυροσβεστικής. Κόκκινα πυροσβεστικά οχήματα. Ο Βάσια ήταν πυροσβέστης. Γνώριζα πάντα,που ήταν και τι έκανε. Εκείνη τη νύχτα, μέσα στον ύπνο μου, άκουσα ένα θόρυβο. Σηκώθηκα να δω από το παράθυρ. Με είδε και μου ‘πε: ‘Κλείσε τα παράθυρα και πέσε στο κρεβάτι. Έπιασε φωτιά ο αντιδραστήρας. Θα γυρίσω γρήγορα’. Δεν πρόλαβα να δω την έκρηξη. Μόνο τις φλόγες. Τα πάντα έμοιαζαν να τρέμουν μες στο ζεστό αέρα. Φλόγες υψωνόταν μέχρι τον ουρανό και παντού καπνός…αφόρητη ζέστη. Κι αυτός ήταν εκεί έξω […] Τέσσερις η ώρα … Πέντε … Έξι… […] Στις επτά με ενημέρωσαν ότι βρισκόταν στο νοσοκομείο. […] Είχε πρηστεί και ανάσαινε βαριά. Μετά βίας διέκρινες τα μάτια του […]“, εξιστορεί η Λουντμίλα Ιγκνατένκο, σύζυγος του πυροσβέστη Βασίλι Ιγκνατένκο, ο οποίος έχασε τελικά την άνιση, όπως αποδείχθηκε, μάχη για τη ζωή, αφήνοντας χήρα, μ’ ένα παιδί στην κοιλιά, τη σύζυγό του.
“Η κόρη μου δεν μοιάζει με τα άλλα παιδιά… Όταν μεγαλώσει, θα με ρωτήσει: ‘Γιατί δεν είμαι σαν όλους τους άλλους;’. Όταν γεννήθηκε, δεν ήταν ένα κανονικό νεογέννητο, αλλά ένας ζωντανός σάκος, κλειστός απ’ όλες τις πλευρές, χωρίς ούτε ένα ράγισμα. Μόνον τα μάτια της ήταν ανοιχτά. Στον ιατρικό της φάκελο έγραψαν: ‘Σύνθετη παθολογία εκ γενετής: απλασία της έδρας, απλασία του κόλπου, απλασία του αριστερού νεφρού’. Κάπως έτσι λέγεται αυτό που έχει με επιστημονικούς όρους- με απλές όμως λέξεις, λέγεται: ‘δεν έχει ποπό, δεν έχει πιπί κι έχει ένα μόνο νεφρό’. Τη δεύτερη μέρα της ζωής της την πήγα στο χειρουργείο. Άνοιξε τα μάτια της και μου φάνηκε πως μου χαμογέλασε. Στην αρχή νόμισα πως θα έβαζε τα κλάματα, όμως- μα τω Θεώ- χαμογέλασε! Τα νεογέννητα με τέτοια παθολογία δεν επιζούν- πεθαίνουν αμέσως. Δεν πέθανε όμως, γιατί την αγαπώ. Σε τέσσερα χρόνια υποβλήθηκε σε τέσσερις εγχειρήσεις. Είναι το μοναδικό παιδί στη Λευκορωσία, που επέζησε με τέτοια σύνθετη παθολογία. Τη λατρεύω … (Σταματά). Δεν μπορώ να ξανακάνω παιδιά. Δεν το τολμώ…”, λέει η Λαρίσα Ζ., μητέρα, που έφερε στον κόσμο ένα παιδί, στο σώμα του οποίου είναι αποτυπωμένες με τον πλέον έκδηλο τρόπο οι συνέπειες του τραγικού πυρηνικού ατυχήματος.
Επιστοφή στη “νεκρή γη”
http://www.youtube.com/watch?feature=player_embedded&v=dfOJUGzuGls
Στην αγγλική ιστοσελίδα της “Φωνής της Αμερικής” διαβάσαμε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο για την επιστροφή μιας γυναίκας στο χωριό της, κοντά στο Τσερνομπίλ, έπειτα από πολλά χρόνια.
Η Ήρα Χβόστικ κατάγεται από ένα μικρό χωριό της Ουκρανίας, τη Ρεντκόβκα, όπου εξακολουθεί να ζει ο 92χρονος παππούς της, μόνος, σ’ ένα ξύλινο αγροτόσπιτο, που κάποτε στέγαζε τις ζωές και τα όνειρα τριών γενιών. Για την οικογένεια Χβόστικ, το χωριό αυτό, που βρίσκεται σε απόσταση σχεδόν τριών ωρών από την πρωτεύουσα της Ουκρανίας, το Κίεβο, ήταν ένα ασφαλές μέρος, όπου η ζωή κυλούσε ήρεμα έως το πυρηνικό ατύχημα στο Τσερνομπίλ. “Αυτό θεωρούταν ένα από τα κεντρικά χωριά της περιοχής”, λέει η Ήρα, δείχνοντας με το χέρι τη μεγάλη σειρά από τα άδεια, εγκαταλελειμμένα σπίτια. “Ήταν το σπίτι μου. Τώρα πια δεν το αναγνωρίζω καν”, αναφέρει χαρακτηριστικά.
Η Ήρα ήταν μόλις 14 ετών, όταν σημειώθηκε το πυρηνικό ατύχημα του Τσερνομπίλ, σε απόσταση μόλις 35 χιλιομέτρων από το χωριό της. Θυμάται πως τότε, ζητούσαν οι αρχές από τα κορίτσια που πήγαιναν σχολείο να σκεπάζουν τα κεφάλια τους και να μένουν σπίτι. Σήμερα, δεν υπάρχει πλέον το σχολείο εκείνο, όπως και το μεγαλύτερο μέρος του χωριού…
Η σημερινή πραγματικότητα
Σύμφωνα με κάποια στοιχεία, ορισμένα είδη του ζωικού βασιλείου, όπως ελάφια, άγρια άλογα, αετοί και γεράκια έχουν επιστρέψει στη ζώνη αποκλεισμού των 30 χλμ, που είχε δημιουργηθεί γύρω από τον πυρηνικό σταθμό του Τσερνομπίλ, από την οποία απομακρύνθηκαν όλοι οι κάτοικοι μετά το ατύχημα, ενώ απαγορεύτηκε και κάθε είδος κυνηγιού.
Ωστόσο, όπως δήλωσε πρόσφατα στο γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων AFP ο καθηγητής Βιολογίας του Πανεπιστημίου της Νότιας Καρολίνας, Τιμ Μουσό (Tim Mousseau), ένας από τους λίγους επιστήμονες που ερευνούν σε βάθος τη βιοποικιλότητα γύρω από το Τσερνομπίλ, η παραπάνω εικόνα θα μπορούσε να είναι παραπλανητική. “Το Τσερνομπίλ δεν είναι σίγουρα ασφαλές καταφύγιο για την άγρια ζωή”, είπε χαρακτηριστικά.
Το 2010, ο ίδιος και οι συνεργάτες του δημοσίευσαν τη μεγαλύτερη ποτέ καταγραφή της άγριας ζωής στη ζώνη αποκλεισμού, που έδειξε μεγάλη μείωση στην παρουσία θηλαστικών, καθώς και στα διάφορα είδη εντόμων. Ενώ στο πλαίσιο έρευνας, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύτηκαν το Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους, αιχμαλωτίστηκαν 550 πουλιά, που ανήκουν σε 48 διαφορετικά είδη, από οχτώ διαφορετικά σημεία της παραπάνω ζώνης. Σε διάφορες μετρήσεις που έγιναν στον εγκέφαλό τους, αποδείχθηκε ότι τα πουλιά που ζούσαν στις λεγόμενες “θερμές ζώνης” είχαν μικρότερο εγκέφαλο κατά 5% σε σχέση μ’ εκείνα που προερχόταν από περιοχές με μικρότερη ακτινοβολία. Μάλιστα, η διαφορά ήταν εξαιρετικά μεγάλη, σε περιπτώσεις πουλιών, ηλικίας μικρότερης του ενός έτους.
Η μόλυνση στις περιοχές της διαβόητης “ζώνης αποκλεισμού” δεν είναι ενιαία. Ορισμένες περιοχές, κατά τους επιστήμονες, είναι αρκετά καθαρές, αλλά σε απόσταση λίγων μόλις χιλιομέτρων απ’ αυτές ενδέχεται να βρίσκονται “θερμές ζώνες”- καθορίζονται συνήθως από την τάση των ανέμων και τη βροχή- όπου τα επίπεδα ραδιενέργειας είναι σαφώς υψηλότερα.Σήμερα, σύμφωνα με τους επιστήμονες, οι βασικές απειλές είναι το Καίσιο -137 και σε μικρότερο βαθμό το Στρόντιο -90, που “σβήνει” σε μια κλίμακα χρόνου, που μετριέται σε δεκαετίες, σύμφωνα με το IRSN, το γαλλικό ινστιτούτο για την προστασία από τη ραδιενέργεια και την πυρηνική ασφάλεια.
Οι περιοχές στη δυτική και νότια Ουκρανία δεν επηρεάστηκαν άμεσα από το ατύχημα στο Τσερνομπίλ και οι μεγάλες φάρμες της χώρας, όπως και τα εργοστάσια τροφίμων δεν αντιμετωπίζουν κινδύνους, χάρη, κυρίως, στους αυστηρούς ελέγχους επιτήρησης, λένε οι επιστήμονες.
Ωστόσο, η ραδιενέργεια εξακολουθεί, σύμφωνα με ορισμένους επιστήμονες, να επηρεάζει τις αγροτικές περιοχές της Ουκρανίας, όπου φτωχοί αγρότες εξακολουθούν να συλλέγουν άγρια μανιτάρια και βατόμουρα για τη διατροφή τους και δεν έχουν την “πολυτέλεια” να αγοράσουν “καθαρό” σανό, από μη μολυσμένες περιοχές, για τις αγελάδες τους. Ο Βαλερί Κασπάροφ, διευθυντής του ουκρανικού Ινστιτούτου Αγροτικής Ραδιολογίας, δήλωσε- σύμφωνα με το AFP- ότι η κυβέρνηση έχει κόψει, ήδη από το 2008, πόρους από τον τομέα της παρακολούθησης της ραδιενέργειας.
Σύμφωνα, μάλιστα, με τον ίδιο, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα τρόφιμα αυτά είναι “καθαρά”, μη μολυσμένα, απαιτείται ένα κονδύλι γύρω στα 400.000 ευρώ. “Η μόλυνση μειώνεται, αλλά θα χρειαστούν δεκάδες χρόνια ακόμη προκειμένου να μπορέσει η φύση να την κατεβάσει σε ασφαλή επίπεδα”, σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Κασπάροφ.μ Εξάλλου, σε έρευνα που παρουσιάστηκε πριν από λίγο καιρό, στο Κίεβο, επιστήμονες της περιβαλλοντικής οργάνωσης “Greenpeace” αγόρασαν τρόφιμα από τις αγορές δύο περιοχών, στο Ζίτομιρ και το Ρίβνε και σε ελέγχους που διενεργήθηκαν σ’ αυτά αποδείχτηκε η ύπαρξη Καισίου -137 πάνω από τα επιτρεπτά επίπεδα σε πολλά δείγματα γάλακτος, αποξηραμένων μανιταριών και βατόμουρων.
Ραδιενέργεια και επιπτώσεις στον άνθρωπο
Όπως και στο Τσερνομπίλ, από οξεία έκθεση στη ραδιενέργεια, αναμένεται να καταλήξουν οι δεκάδες εργαζομένων, που παλεύουν να περιορίσουν την καταστροφή στο πυρηνικό εργοστάσιο της Φουκουσίμα.
“Κάποιοι απ’ αυτούς τους ήρωες”, όπως τους χαρακτηρίζει η κ. Αρβανίτη, “ήδη νοσηλεύονται, επειδή εμφάνισαν εμετούς, διάρροια, τριχόπτωση, αιμορραγία, λοιμώξεις, λόγω παράλυσης του ανοσοποιητικού συστήματος και αναμένεται, σύντομα, οι περισσότεροι να καταλήξουν, επειδή δεν υπάρχει τρόπος κάθαρσης του οργανισμού από τη ραδιενέργεια”. Σύμφωνα με την ίδια, η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού ήδη μολύνθηκε από τον αέρα μέσω της εισπνοής και του δέρματος και μέσω της τροφικής αλυσίδας. Αυτοί θα εμφανίσουν όχι άμεσα, αλλά έπειτα από μήνες, έτη ή δεκαετίες (ανάλογα με το ποσόν και το ραδιενεργό στοιχείο), συνέπειες, που αφορούν όχι μόνο τους ίδιους, αλλά και τους απογόνους τους.
Τέσσερα είδη επικίνδυνων ραδιοϊσοτόπων φαίνεται ότι δραπέτευσαν από τους “τραυματισμένους” αντιδραστήρες της Φουκουσίμα, το Ιώδιο -131, το Καίσιο -137, το Στρόντιο- 90, και το Πλουτώνιο 239, με το Ιώδιο -131 να είναι το πιο επικίνδυνο, επειδή συνδέεται με καρκίνους του θυρεοειδούς σε ανθρώπους που εκτίθενται ακόμη και για μικρό χρονικό διάστημα. Οι επιδημιολόγοι εκτιμούν ότι 6.000-7.000 περιπτώσεις καρκίνου του θυρεοειδούς οφείλονται στη έκθεση από το ατύχημα του Τσερνομπίλ το 1986. Οι περισσότεροι ασθενείς ήταν παιδιά την εποχή του ατυχήματος.
Το Στρόντιο και Καίσιο έπονται σε επικινδυνότητα. Ενώ το Ιώδιο δείχνει εκλεκτικότητα σε βλάβες του θυρεοειδούς, αυτά δεν είναι τόσο εκλεκτικά. Το Στρόντιο μοιάζει χημικά με το Ασβέστιο και ενσωματώνεται στα οστά και τα δόντια και μπορεί να μείνει εκεί, ακτινοβολώντας επί μακρό χρονικό διάστημα. Το Στρόντιο συνδέεται κυρίως με την εμφάνιση λευχαιμιών. Το Καίσιο συμπεριφέρεται όπως ο Φωσφόρος στον οργανισμό και έτσι διασπείρεται σε όλο τον οργανισμό. Δε συνδέεται τόσο σταθερά με τους ιστούς όσο το Στρόντιο (αποβάλλεται από τα ούρα σε διάστημα μηνών ή ετών) και προκαλεί καρκίνους του ήπατος, των νεφρών του παγκρέατος κα
“Πιο ανησυχητική” επισημαίνει η κ.Αρβανίτη, “είναι η περίπτωση του Πλουτωνίου 239 το οποίο είναι εξαιρετικά τοξικό”. Η έκθεση στο Πλουτώνιο γίνεται συνήθως με την εισπνοή και γι’ αυτό συνδέεται με καρκίνους του πνεύμονα. Επιπλέον, ο χρόνος ημιζωής του είναι 24.000 χρόνια, γεγονός που σημαίνει πως ό,τι απελευθερώθηκε από τη Φουκουσίμα θα παραμείνει σε επικίνδυνα επίπεδα για μισό εκατομμύριο χρόνια, προσθέτει.
Για τους Ιάπωνες, η εκκένωση των μολυσμένων περιοχών είναι η μόνη λύση. Η προφύλαξη με ταμπλέτες Ιωδίου συνιστάται, αλλά όχι χωρίς ιατρική επιτήρηση, καθώς υπάρχει όριο στα επίπεδα ιωδίου, που μπορεί να απορροφήσει ο ανθρώπινος οργανισμός. Εκτός από τις ασθένειες των κατοίκων αναμένονται και κληρονομικές ανωμαλίες και μεταλλάξεις στους απογόνους τους. Απόγονοι που προέρχονται από γεννητικά κύτταρα με χρωματοσωματικές αλλοιώσεις, εκδηλώνουν κληρονομικές ανωμαλίες τύπου Μογγολισμού (σύνδρομο Down) και είναι προβλέψιμες από προγεννητικές εξετάσεις όπως η αμνιοκέντηση.
Αντίθετα, οι μεταλλάξεις δεν είναι ανιχνεύσιμες με το μικροσκόπιο, χρειάζονται εξειδικευμένες εξετάσεις ή ανοσοβιολογικές αναλύσεις για την ανίχνευσή τους σε ορισμένες περιπτώσεις και είναι πιο επικίνδυνα γιατί σα βιώσιμα τα κύτταρα συμμετέχουν στη δημιουργία απογόνων. Όσο μικρή κι αν είναι η ποσότητα ακτινοβολίας που απορροφά ένα κύτταρο, πάντοτε δημιουργείται αυξημένη πιθανότητα πρόκλησης μεταλλάξεων.
“Το σημαντικότερο όμως πρόβλημα”, εξηγεί η κ.Αρβανίτη, “προκύπτει από το γεγονός ότι η πλειοψηφία των μεταλλάξεων είναι υπολειπόμενου τύπου, έτσι που δεν εκδηλώνονται στην πρώτη γενεά, αλλά περνώντας μέσα από το γενετικό του υλικό, φθάνει στους απογόνους το ίδιο επικίνδυνη, ανεξάρτητα με το πόσες γενιές θα περάσουν. Οι μεταλλάξεις είναι στην πλειοψηφία τους δυσμενείς για τα άτομα, στα οποία εκδηλώνονται και παράδειγμα μετάλλαξης υπολειπόμενου τύπου είναι η γνωστή μας μεσογειακή αναιμία”.
Για τους λόγους αυτούς, εκτιμά η πρόεδρος της Πανελλήνιας Ιατρικής Εταιρείας, θα παρατηρηθεί και στην Ιαπωνία, τους επόμενους μήνες, το φαινόμενο που είχαμε ζήσει και στην Ελλάδα, δηλαδή μαζικές θεραπευτικές εκτρώσεις σε επιθυμητές κυήσεις. “Η διαφορά του Τσερνομπίλ με τη Φουκουσίμα είναι ότι τώρα, επί πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, εξαιρετικά υψηλά ποσά ραδιενέργειας εξακολουθούν να εκλύονται. Η ‘νεκρή ζώνη’, η οποία θεωρητικά είναι 30 χιλιόμετρα (και στο Τσερνομπίλ) εδώ -με 4 τουλάχιστον προβληματικούς αντιδραστήρες- θα πρέπει να επεκταθεί σε μιαν υπερβολικά πυκνοκατοικημένη Ιαπωνία ενώ κανείς δε μπορεί να προβλέψει τις εξελίξεις και την εξάπλωση της ραδιενέργειας από την ταυτόχρονη βλάβη τόσων τουλάχιστον αντιδραστήρων” καταλήγει η κ. Αρβανίτη Σωτηροπούλου.